- εβδομηντάρης
- και βδομηντάρης, -α, -ικο1. ο ηλικίας εβδομήντα χρόνων2. αυτός που περιλαμβάνει εβδομήντα μονάδες («βαρέλι εβδομηντάρικο»).
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εβδομηντάρης, -α, -ικο — που έχει ηλικία 70 ετών … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
εβδομηκοντούτης — ο και θηλ. ούτις, η (AM ἑβδομηκοντούτης, ο και θηλ. ἑβδομηκοντοῡτις, η) αυτός που έχει ηλικία εβδομήντα χρόνων, εβδομηντάρης … Dictionary of Greek